Ο ποικίλος θρήνος

Καί ἐξελθών ἔξω ἔκλαυσε πικρῶς”

Ματ. 26,75

 

Θρήνος! Μία λέξη κοινοτάτη, ειδικά στο λεξιλόγιο των παλαιών, οι οποίοι θρηνούσαν σχεδόν καθημερινώς, ένεκα πολέμων, καταστροφών, αιχμαλωσιών, πείνας, απωλείας αγαπητών προσώπων στα ποικίλα πεδία των μαχών, φρικτής ορφάνιας και εγκληματικών παιδομαζωμάτων.

Ας προσεγγίσουμε όμως την έννοια αυτή, επιδιώκοντας να αποσπάσουμε περαιτέρω πληροφορίες για το βάθος του νοήματός της.

Θρήνος λοιπόν είναι ο οδυρμός, το κλάμα, η οιμωγή, το θρηνώδες επικήδειο άσμα, ο ολοφυρμός, η έκφραση μεγάλης θλίψης με κλάματα και βαθύτατους λυγμούς. Πέρα από τη εκδήλωση της πρότερης κατάστασης με την γενικώτερη εμφάνιση του θρηνούντος, έχουμε τις περισσότερες φορές και εκφραστική κατάδειξη του προβλήματος με το επιφώνημα “οἴμοι”. Αυτό φυσικά για τους παλαιούς, που κατείχαν την γλώσσα μας εις βάθος και ενεπνέοντο υπ' αυτής. Γιατί στις μέρες μας σε περιπτώσεις “αιφνιδίων” δεινών, κυριαρχούν άναρθρες και υστερικές κραυγές πανικού, ουρλιαχτά, αλλά ευτυχώς και κάποιες φορές οι θείες επικλήσεις της Παναγίας και του Υιού της, προδίδοντας την δίψα της ψυχής για το θείο, αλλά και την συμφεροντολογική από λόγους ανάγκης αναζήτηση.

Βάσει των προτέρων, θρήνος μπορεί να κατονομασθεί γενικώς μία ψυχική έκφραση και ανάλογη κατάσταση, στην οποία περιπίπτει ο άνθρωπος ύστερα από κάποιο θλιβερό συμβάν θανάτου, ανίατης ασθένειας, οικονομικής δυσπραγίας, αλλά για τους οξύνοες πνευματικώς, θρήνος μπορεί να προηγηθεί και ένεκα των δεινών που επίκεινται. Δεινών ένεκα της αμαρτωλότητος, την οποία οι μεν γνήσιοι προφήτες ελέγχουν εκ των προτέρων, ενώ οι ψευδοπροφήτες καλύπτουν, ωραιοποιώντας την.

Έτσι λοιπόν, τον θρήνο με περιεχόμενο παιδευτικό, ως έκφραση αισθημάτων συμπόνοιας αλλά και ως έννοια μεταμελείας και μετανοίας, μπορούμε να τον θηρεύσουμε αφθόνως μέσα στις σελίδες της Καινής Διαθήκης. Κάπως έτσι, ξεκινώντας την έρευνά μας από τον κύριο εμπνευστή, αλλά και φυσικό εκφραστή του ψυχοθεραπευτικού θρήνου, τον Χριστό, ας κάνουμε μία στάση σε σταθμούς πνευματικού ανεφοδιασμού, μέσα στο ευαγγέλιο, προς άντληση δακρύων και πόνου, βιώνοντας την “θρηνωδία” στην πράξη.

 

Καθώς λοιπόν πορευόταν ο Χριστός να αναστήσει τον εν αποσυνθέσει φίλο του Λάζαρο, “ἐδάκρυσεν” (Ιω. 11,35). Δίδαξε έτσι ως αντιμετώπιση του πένθους την ελαφρά λύπη, αφού υπάρχει ανάσταση και συνεπώς συνεύρεση ξανά του κοιμηθέντος προσώπου και συμπόρευση στην αιώνια ζωή, όπου δεν υπάρχει πόνος, λύπη ή στεναγμός.

Εν μέσω του άλσους της Γεθσημανή, ο Χριστός επιδιδόταν σε ένα ξέχωρο θρήνο, πριν ανέβει στον Σταυρό. “καί γενόμενος ἐν ἀγωνία ἐκτενέστερον προσηύχετο ἐγένετο δέ ὁ ἱδρώς αὐτοῦ ὡσεί θρόμβοι αἵματος καταβαίνοντες ἐπί τήν γῆν” (Λουκ. 22,44). Πρωτοφανές γεγονός η μετατροπή του ιδρώτος σε αίμα. Είναι όμως το αίμα που απήτησε αναιδώς ο άνθρωπος να το “οικειοποιηθεί” και αυτό... “Τό αἷμα αὐτοῦ ἐφ' ἡμᾶς καί ἐπί τά τέκνα ἡμῶν” (Ματ. 27,25). Μήπως και γι' αυτό είπε ο Χριστός “περίλυπος ἐστιν ἡ ψυχή μου ἕως θανάτου” (Ματ. 26,38);

Παρ' όλα αυτά, μέσα στην εξουθένωση την σωματική, προπάντων την ψυχική, βαδίζει ο Χριστός το λιθόστρωτο προς τον Γολγοθά, να συναντήσει τον πραγματικό θρήνο. Έτσι στις γυναίκες που χτυπούσαν τα στήθη τους θρηνολογώντας, (Λουκ. 23,27), απευθύνει “Θυγατέρες της Ιερουσαλήμ, μη κλαίτε για μένα, να κλαίτε μάλλον για τον εαυτόν σας και για τα παιδιά σας” (Λουκ. 23,28). Τα δεινά που θα επακολοθούσαν θα ήταν φρικτά. Όποιος γνωρίζει την ιστορία με την άλωση της Ιερουσαλήμ το 70 μ.Χ. Κατανοεί σε τι αναφέρεται ο Χριστός.

Ο Χριστός παρ' όλα αυτά θρήνησε για την Ιερουσαλήμ που σκοτώνει τους προφήτες και λιθοβολεί τους αποστόλους, που πλησιάζουν τους ακατήχητους προς ευαγγελισμό (Λουκ. 13,37). Θρήνησε γι' αυτήν την Ιερουσαλήμ, γιατί η εν λόγω δεν γνώρισε το ψυχικό συμφέρον της και θα έλθει στιγμή που δεν θα μείνει λίθος πάνω στον λίθο, ένεκα της ασεβείας της (Λουκ. 19,44). Πράγματι ήλθε αυτή η στιγμή και πλησιάζει η ώρα και για τις έτερες “Ιερουσαλήμ”.

Εν τέλει ο θρήνος του Χριστού στέρεψε στον σταυρό ψηλά, με το “τετέλεσται”. Η εγκληματική κοινωνία ήλπισε ότι θα γλυτώσει από τον πλάνο και θα “ηρεμήσει”. Όμως, η αλλεπάλληλη επίταση του “σταύρωσον”, μόνο θρήνους δρομολόγησε... Γιατί ο εγκληματίας ποτέ δεν γαληνεύει...

 

Αλλά τον θρήνο μέσα στην Καινή Διαθήκη τον βίωσαν πολλοί.

Ο Πέτρος ένεκα των αρνήσεών του, “ἔκλαυσε πικρῶς” (Ματ. 26,75) και φυσικά μετενόησε.

Ο Ιούδας που έπρεπε να θρηνήσει μετανοών, προτίμησε την αγχόνη και φυσικά δεν τον θρήνησε κανείς.

Όταν ο Ιωσήφ ο Αριμαθαίας κατεβίβασε από το ξύλο του σταυρού τον Χριστό, άρχισε θρήνο γεμάτο πόνο και κλαίων έλεγε “οἴμοι γλυκύτατε Ἰησοῦ” (Δοξαστικό Μ. Παρασκευής). Κοντά του δε θρηνούσε και ο Νικόδημος.

Αλλά και η Μαρία η Μαγδαληνή έκλαιγε έξω του μνημείου, γιατί “ἦραν τόν Κύριον μου καί οὐκ οἶδα ποῦ ἔθηκαν αὐτόν” (Ιω. 20,14).

Η δε συνάντηση του ασώτου με τον πατέρα, επετελέσθη εν μέσω εναγκαλισμού, πρωτοστατούντος του “θρήνου” χαράς.

Θα ολοκληρώσουμε την μερική καταγραφή του θρήνου μέσα στην Καινή Διαθήκη με την μεστή σεβασμού αναφορά μας στο ιερό πρόσωπο της μάνας του Θεού. Κλίνοντας ιερό γόνυ στην Παναγία μας και συνοδυρόμενοι μετ' αυτής για το θείο δράμα. Κλαίει και θρηνεί, που βλέπει τον γιό της νεκρωθέντα και ξεσπάει σε ιερό επικήδειο άσμα. “οἴμοι, φῶς τοῦ κόσμου! Οἴμοι, φῶς τό ἐμόν! Ἰησοῦ μου ποθεινότατε, ἔκραζε ἡ Παρθένος θρηνωδοῦσα γοερῶς”.

Οἴμοι, ὦ Υἱέ!” η απείρανδρος θρηνεί και λέγει Αυτόν που εγώ ήλπιζα ότι θα έβλεπα ως βασιλέα, τώρα τον βλέπω καταδικασμένο πάνω στο Σταυρό. (Εγκώμια Μ. Παρασκευής).

 

Όμως ερχόμενοι εις τα καθ' ημάς, ας αναζητήσουμε τον θρήνο μέσα στην σύγχρονη κοινωνία, αλλά και μέσα στα ενδότερα του καθενός μας. Ένα θρήνο που αποστρέφονται άπαντες, ένεκα προκλήσεως δυσθυμίας.

Είναι γεγονός, ότι ο άνθρωπος αρέσκεται, “να σκάει στα γέλια”, “να πεθαίνει στα γέλια”, “να λύνεται στα γέλια”, “να ρίχνει κάτι γέλια”, την στιγμή όμως “που είναι για γέλια” ο ίδιος, ίσως “για γέλια και για κλάματα”.

Αλήθεια! Γιατί ο παλιάτσος μόλις λήξει η παράσταση, επανακτά ύφος λυπημένο, χάνοντας την πρότερη κωμική διάθεση; Τι σηματοδοτεί αυτό, πέρα από ό,τι επιτάσσει ο ρόλος του υποκριτού (ηθοποιού); Ότι το γέλιο δεν είναι αποκλειστικά και μόνο η σύσπαση των μυών του προσώπου, σε ένδειξη ευχαρίστησης, συνοδεία προπάντων ηχηρών εκπνοών. Γέλιο είναι κάτι πολύ πιο σύνθετο, ιδιόμορφο, αλλά και απλό, εκφραζόμενο και χωρίς γκριμάτσες, με μία απλή ψυχική ευφορία, που αντανακλά ένα “φως” γαλήνης. Μπορεί ένας τοιούτος άνθρωπος, να μην έχει γελάσει θορυβωδώς ποτέ και όμως να έχει μία ακατάπαυστη υπέροχη διάθεση σε αντίθεση με αυτόν που γέλασε για λίγο σπαρταριστά και κατόπιν στέκει σκυθρωπός.

 

Κι όμως ο άνθρωπος είναι αναγκασμένος να καταφύγει στον θρήνο πολύ συχνά. Μη λησμονούμε, όλοι με κλάμα συναντήσαμε το φως της ζωής γεννώμενοι. Θρηνεί και οδύρεται ο καθένας, όταν συναντηθεί με τον θάνατο, ειδικά μέσα στα νοσοκομεία και στα ποικίλα κέντρα απεξάρτησης. Θρηνεί σε περιπτώσεις απωλείας της περιουσίας του, ένεκα οικονομικών ναυαγίων. Θρηνεί γενικώς ένεκα πολλαπλών κακώσεων, “παθών” του σώματος. Φθοράς της ύλης.

Κι όμως δεν θρηνεί σχεδόν κανένας, για την κάκωση και φθορά του πνεύματος που επιφέρει και την απομάκρυνση από τον Θεό. Γιατί ο ειδωλολάτρης άνθρωπος, ως σιχαμερό κατακάθι ενός αναβιώσαντος Συβαριτισμού, έχοντας σκοτώσει όλα τα “κοκόρια” της υγιούς συνείδησής του, βυθίστηκε ολότελα σε ένα αέναο λήθαργο κραιπάλης, περισσώς αγωνιών και στενάζων μόνο για το “ψυχή, ἔχεις πολλά ἀγαθά κείμενα εἰς ἔτη πολλά ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου” (Λουκ.12,19).

Όμως, όταν ξάφνου εισβάλλουν “οι Κροτωνιάτες” απαιτώντας την ψυχή του, τι θα γίνει; Θα συμβεί αυτό για το οποίο θρήνησε ο Ιερεμίας. Ερήμωση της πόλης και αιχμαλωσία των γλεντοκόπων της ύλης.

Κλαίει και θρηνεί ο προφήτης για την ερήμωση της Ιερουσαλήμ και την αιχμαλωσία των Ιουδαίων το 586 π.χ. από τους Βαβυλωνίους. Η άλλοτε πολυάνθρωπος και μεγάλη αρχόντισσα μεταξύ των τότε χωρών Ιερουσαλήμ κατήντησε φόρου υποτελής. Έμεινε χήρα, καθότι “θανάτωσε” τον “σύζυγό” της Θεό. Δεν φτάνει αυτό, έχασε και τα παιδιά της, τα οποία μετέβησαν εις αιχμαλωσίαν υπό την βία των βασανιστών της. “Παρθένοι μου καί νεανίσκοι μου ἐπορεύθησαν ἐν αἰχμαλωσία” (2,21).

 

Αυτό όμως συμβαίνει και σήμερα στην πατρίδα μας. Τα νέα παιδιά μας, δεινώς αιχμαλωτισμένα από τον δυνάστη του πλούτου και διακατεχόμενα από το παθογόνο πνεύμα των άκρατων απολαύσεων, μη έχοντα το σθένος της άρνησης, της αυτάρκειας ακόμη και της στέρησης, περιάγονται στα σκλαβοπάζαρα της Ευρώπης προς εύρεση εργασίας και “βελτίωση” του επιπέδου ζωής. Η Ελλάδα, αν και μέσα στην Ευρώπη, δεν αποτελεί Ευρώπη εν προκειμένω, εντασσόμενη στην τριτοκοσμική άγρια εκμετάλλευση. Έτσι βολεύει στους εταίρους “μας” και αυτό διατάζει και ο φαραώ της Ελλάδος, εξάγοντας ολονέν και μεγαλύτερο πολύμορφο συνάλλαγμα στους ολιγάρχες του Νταβός. Κάπως έτσι λοιπόν ένα νεώτερο, ύπουλο και άκρως εγκληματικό παιδομάζωμα, έχει αναλάβει το έργο της τελικής αποχριστιανοποίησης των νέων μας και του ολικού αφελληνισμού. Τοιουτοτρόπως, επιδιδόμενα τα παιδιά μας στο κυνήγι κατ' ουσίαν των αργυρίων, πολλές φορές χωρίς να το αντιληφθούν, όταν φτάσουν στα τριάκοντα, ενταγμένα σε σύγχρονα ύπουλα γενιτσαρικά σώματα, προδίδουν τα όσια και ιερά της φυλής μας. Έχουμε ως παράδειγμα, τους σπουδαγμένους του κοντινού παρελθόντος στα πανεπιστήμια του εξωτερικού, που επέστρεψαν μετέπειτα και “φώτισαν” την Ελλάδα. Απ' αυτούς τραβάμε! Όσο για τα έτερα νιάτα, τα εναπομείναντα στην ψωροκώσταινα, αυτά φυτοζωούν, επαναπαυόμενα στα ψυχία των επιδομάτων του καίσαρα, στις ευκαιριακές ωρομίσθιες απασχολήσεις και συμβιβαζόμενα με τον άρτον και τα ποικίλα θεάματα.

Να θυμηθούμε, ότι εν μέσω κορωνοϊού πάμπολλοι νέοι, προσέτρεξαν εμβολιαζόμενοι, όχι για να προστατευθούν από τον ιό, αλλά για να αποσπάσουν εισιτήριο εξόδου, προς νυχτερινά κέντρα, καφετέριες, ταβέρνες, καθότι καταδυναστεύονταν μέχρι της στιγμής εκείνης από ποικίλα στερητικά σύνδρομα. Γιατί τελούσαν δέσμιοι ενός αρρωστημένου ψυχισμού. Αυτά είναι τα σύγχρονα οράματα και τα υψηλά ιδεώδη των νέων μας, που δωρήσαμε εμείς οι γονείς στα παιδιά μας, αλλά προπάντων χορηγεί αφειδώς ο “το κράτος είμαι εγώ”.

Να προχωρήσουμε περαιτέρω; Πάνε οι “μάνες” και εμβολιάζουν τις ανήλικες κόρες τους με το εμβόλιο κατά του καρκίνου του τραχήλου της μήτρας. Γιατί; Για να τις ρίξουν “οχυρωμένες” στο πορνοστάσιο της Βαβυλώνος. Κατά τα άλλα το ασφαλέστατο θεόσδοτο φάρμακο της αγνότητος παραμένει εν αχρηστία και δεινή ειρωνεία. Το σύνθημα είχε πέσει από νωρίτερα “Κάτω η παρθενία” (ΕΠΟΝ). Έτσι η σύσταση της Εκκλησίας μας περί ασφαλούς ελλιμενισμού στο λιμάνι της χριστιανικής οικογενείας, στέκει απορριμμένη και αυτή από τους νέους μας, οι οποίοι προτιμούν, πολιτικούς γάμους, ελεύθερες συμβιώσεις, κτηνώδεις συνυπάρξεις, αιμομιξίες, κτηνοβασίες κ.ο.κ. Ναι λοιπόν στην αιχμαλωσία των παθών τους και δη στην οικτρά δουλεία του πανσεξουαλισμού.

Ποιός όμως σύγχρονος προφήτης τολμά να αποκαλύψει την ήδη υπάρχουσα αιχμαλωσία; Ελαχιστότατοι, γιατί όλοι όργανα της δυσεβούς εξουσίας, κατήντησαν ψευδοπροφήτες. Κανείς δεν προσκαλεί για θρήνο και μετάνοια. Όλοι προσκαλούν στην ομοφυλοφιλία, γιατί τελικώς όλοι ήταν από καιρό κρυπτο-ομοφυλόφιλοι και τώρα ξεσαλώνουν τη εγκρίσει, της ομοφυλοφιλικής εξουσίας.

Με το δίκιο του ξεσπά σε θρήνο ο προφήτης Ηλίας προσευχόμενος στον Θεό.

Ἐγκατέλειπόν σε οἱ υἱοί Ἰσραήλ τά θυσιαστήριά σου κατέσκαψαν, καί τούς προφήτας σου ἀπέκτειναν ἐν ρομφαία, καί ὑπολέλειμμαι ἐγώ μονώτατος, καί ζητοῦσι τήν ψυχήν μου τοῦ λαβεῖν αὐτήν” (Γ΄Βασ.19,10).

Μοναξιά λοιπόν, μέσα στην πολύκοσμη Βαβυλώνα, καθότι έχει καταντήσει “ολιγάνθρωπη”. Η μόνη ελπίδα που απομένει είναι η φωνή του Θεού “Υπάρχουν 7.000 άνδρες οι οποίοι δεν έκαμψαν γόνυ, για να προσκυνήσουν τον Βάαλ” (Γ. Βασ. 19,18).

Προς το παρόν όμως και αυτός δεν “απολογιέται”! Οπότε όσοι πιστοί, έστω και “τριακόσιοι”, ας αρκεσθούμε στον θρήνο μας

Ἐπί τῶν ποταμῶν Βαβυλώνος, ἐκεῖ ἐκαθίσαμεν καί ἐκλαύσαμεν ἐν τῶ μνησθῆναι ἡμᾶς τῆς Σιών”. Το κλάμα θα μας ευεργετήσει έλκων το “Κύριε ἐπίβλεψον ἐξ' οὐρανοῦ καί ἰδέ...”

 

Αρίσταρχος

 

Κορυφή