Η ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΥ

 

  Η επισκοπή του Βυζαντίου, μετά την ίδρυση το 330 στο χώρο της ως πρωτεύουσας της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας και αργότερα του ανατολικού τμήματος της Νέας Ρώμης, ανυψώνεται το 381 σε δευτερόθρονο Εξαρχικό κέντρο της Εκκλησίας με τον 3ο κανόνα της Β΄ Οικουμενικής Συνόδου.

  Η Δ΄ Οικ. Σύνοδος το 451 με τους κανόνες 28, 9 και 17 κατέστησε την έδρα του αρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως σε ισότιμη και ισοστάσια διεθνώς με την πρώτη αποστολική έδρα της Παλαιάς Ρώμης. Όλη η νομολογία των αυτοκρατόρων από του Ζήνωνα το 478 μέχρι το 1453, στηρίζουν την ίδια νομική υπόσταση και εξουσία του Θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως και αυτήν την αποδέχτηκε πλήρως ο Πορθητής με τα παραχωρηθέντα προνόμια, καθώς και οι σουλτάνοι και οι Διεθνείς Συνθήκες των Ευρωπαϊκών κρατών του 19ου αιώνα.

  Η Πενθέκτη Οικ. Σύνοδος του 691 με τον 38ο κανόνα επικύρωσε την οικουμενική αποστολή του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως και το ίσο κανονικό και νομικό κύρος της στην Ανατολή με εκείνο της Παλαιάς Ρώμης στη Δύση.

  Αυτό επαναβεβαιώθηκε με τον 1ο κανόνα της Πρωτοδευτέρας Συνόδου και τον 1ο κανόνα της Οικ. Συνόδου του 879-880, που είναι η τελευταία Σύνοδος της ενωμένης Εκκλησίας και θεωρείται η Η΄ Οικουμενική Σύνοδος.

  Το Πατριαρχείο υφίσταται στην Κωνσταντινούπολη ως Οικουμενικό αποστολικό Κέντρο της Εκκλησίας 1072 προ της ιδρύσεως του πρώτου κράτους των Τούρκων το 1288 από τον Οσμάν! Από το 1453 ο Πορθητής και οι διάδοχοί του ποτέ δεν έθεσαν θέμα παραμονής του Θεσμού αυτού στην κοιτίδα του ή για την οικουμενικότητά του. Ίσως γνώριζαν πως ήταν θέμα αρχής για τον Ορθόδοξο κόσμο η δια τήρηση της κυριαρχίας τους στην Θράκη.

  Πρώτοι οι Κεμαλιστές, αφού εύκολα εξόντωσαν τον εισαχθέντα στην οθωμανική αυτοκρατορία από το 1517 ισλαμικό θεσμό του χαλιφάτου, νόμισαν ότι μπορούν να μετακινήσουν μετά 16 αιώνες και τον χριστιανικό θεσμό του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Και μόνοι τους έθεσαν ζήτημα, καθιστώντας το διεθνές ζήτημα, από τις 16 Δεκεμβρίου 1922 μέχρι 30 Ιανουαρίου 1923. Μόλις διαπίστωσαν ότι οι Σύμμαχοι και τα μέλη, που συνήλθαν στην Λοζάνη κα-τηγορηματικά αρνήθηκαν να συζητήσουν θέμα σεβάσμιου Θεσμού ίδιας εξουσίας και να δεχθούν αξιώσεις ανατρεπτικές της διεθνούς έννομης τάξεως, συνέδεσαν το θέμα με την ματαίωση της υπογραφής της Ανταλλαγής των Πληθυσμών. Τότε οι Τούρκοι υποχώρησαν, γιατί με την διάλυση της Διασκέψεως θα άρχιζαν οι επιχειρήσεις της πανίσχυρης ελληνικής στρατιάς της Θράκης που οπωσδήποτε σύντομα θα κατελάμβανε την Κωνσταντινούπολη και οι Έλληνες δεν θα ήταν πλέον οι νικημένοι. Έτσι ακροθιγώς σε κάποια πρωτόκολλα αναφέρεται το Πατριαρχείο, την ερμηνεία των οποίων κακοποιούν κατά το δοκούν οι κατά καιρούς εθνικιστές της Άγκυρας.

  Οι ίδιοι δοκίμασαν την αντοχή των Ορθοδόξων για το Πατριαρχείο με τον εξοστρακισμό του Πατριάρχη Κωνσταντίνου του ΣΤ΄ στις 30 Ιανουαρίου 1925.

  Η Κοινωνία των Εθνών αναγνώρισε στο Πατριαρχείο ως νομικό πρόσωπο διεθνούς δικαίου και παρέπεμψε το θέμα του στις 14 Μαρτίου στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Και ενώ ήταν βεβαία η καταδίκη της Τουρκίας και η προστασία του Ιερού Θεσμού του Οικουμενικού Θρόνου και επομένως και η κατοχύρωση των διεθνών δικαιωμάτων του, τότε η Άγκυρα με απειλές απελάσεων και εκβιασμούς στην ελληνική κυβέρνηση, πέτυχε την ματαίωση της δίκης.

  Τρία χρόνια μετά, με τα ίδια επιχειρήματα, που τέθηκαν στη Χάγη για το Πατριαρχείο, το Βατικανό πέτυχε την διεθνή αναγνώριση και ανάγκασε τον Μουσολίνι να υπογράψει την Συμφωνία του Λατερανού, που αναγνώριζε την θρησκευτική ελευθερία από τα ιταλικά κρατικά δεσμά της Αγίας Έδρας.

 

Αριστείδης Πανώτης

 

 

 

ΜΕΛΕΤΙΟΣ ΑΠ. ΒΑΔΡΑΧΑΝΗΣ
ΑΡΧΙΜΑΝΔΡΙΤΗΣ

Κορυφή